Term / EN |
Term / FR |
Term / EL |
open positionΟρισμός (ΕΝ): βλ. investopedia.com, iate.europa.eu
|
position ouverteΟρισμός (FR): βλ. fr.wikipedia.org, ig.com, boursedirect.fr, formation-en-bourse.com, iate.europa.eu
Παραλλαγή: position en cours
|
ανοικτή θέσηΠαραλλαγή: ανοιχτή θέση
|
παραδειγματα χρησησ σε σωματα κειμενων (en, fr, el)
They arise from claims or obligations from premiums, from gains or losses from open positions on futures (mark to market), gains or losses from the closing of positions on futures, from cash gains or losses from the closing of future contracts or from exercising options, as well as from cash claims or obligations arising from stock lending contracts. The summation of the above per investor, forms the total requirement or obligation of the client against ADECH.
|
Une position est dite "ouverte" ou "en cours" lorsqu'une proposition de vente ou d'achat est faite sur le marché, tant qu'une transaction opposée ne vient pas la compenser. Lorsque la transaction opposée vient la compenser, on parle alors de liquidation de la position, ou débouclage.
|
Προκύπτουν από απαιτήσεις ή υποχρεώσεις για τιμήματα δικαιωμάτων (premiums), από κέρδη ή ζημιές από ανοιχτές θέσεις σε ΣΜΕ (mark to market), από απαιτήσεις ή υποχρεώσεις από λήξη ΣΜΕ ή από εξάσκηση δικαιωμάτων, καθώς και από απαιτήσεις ή υποχρεώσεις από συμβόλαια δανεισμού τίτλων. Το αλγεβρικό άθροισμά τους (συμψηφισμός), ανά επενδυτή, αποτελεί τη συνολική απαίτηση ή υποχρέωση του πελάτη έναντι της εκκαθάρισης.
|
Πηγή: ADEX Annual Report 1999
|
Πηγή: fr.wikipedia.org
|
Πηγή: ADEX Annual Report 1999
|